Τα τελευταία 15 χρόνια έχει αναπτυχθεί η υπερηχογραφική κυστεογραφία, μία διαγνωστική μέθοδος για την κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση (ΚΟΥΠ) χωρίς ακτινοβολία, με τη χρήση υπερήχων και ειδικής σκιαγραφικής ουσίας. Η υπερηχογραφική κυστεογραφία (Voiding Urosonography – VUS) σε πολλές περιπτώσεις έχει υποκαταστήσει τις κλασσικές μεθόδους, δηλαδή την ανιούσα ακτινοσκοπική κυστεογραφία και την ραδιοϊσοτοπική κυστεογραφία.
Η παραγωγή ηχωενισχυτικών σκιαγραφικών ουσιών που περιέχουν σταθεροποιημένες μικροφυσσαλίδες έδωσε μεγάλη ώθηση στη διάγνωση της ΚΟΥΠ με υπερήχους. Το Levovist (Bayer-Schering, Berlin, Germany) αποτέλεσε για πολλά χρόνια την κατ’εξοχήν σκιαγραφική ουσία για το σκοπό αυτό . Την τελευταία δεκαετία κυκλοφορεί το SonoVue (Bracco, Milan, Italy) δεύτερης γενιάς σκιαγραφική ουσία υπερήχων, η οποία περιέχει μικροφυσσαλίδες εξαφθοριούχου θείου σταθεροποιημένες με κέλυφος φωσφολιπιδίων.
Σε κλινικές μελέτες και οι δύο αυτές σκιαγραφικές ουσίες αποδείχθηκαν απολύτως ασφαλείς και δεν έχουν αναφερθεί σημαντικές παρενέργειες κατά την ενδοκυστική τους χρήση. Τα δυσουρικά συμπτώματα (κυρίως τσούξιμο), που παρατηρήθηκαν σε ποσοστό <3%, είναι παρόμοια με αυτά μετά από απλό καθετηριασμό της κύστης και αποδίδονται μάλλον σε αυτόν.
Η υπερηχογραφική κυστεογραφία προϋποθέτει και αυτή, όπως και οι κλασσικές μέθοδοι, καθετηριασμό της ουροδόχου κύστεως και εισαγωγή σκιαγραφικής ουσίας υπερήχων. Η εξέταση αρχίζει με τον προκαταρκτικό τυπικό έλεγχο νεφρών-ουρητήρων-κύστεως. Ακολουθεί καθετηριασμός της ουροδόχου κύστεως και εισαγωγή φυσιολογικού ορού και της σκιαγραφικής ουσίας. Κατά την διάρκεια της πλήρωσης της κύστεως εξετάζονται υπερηχογραφικά η ουροδόχος κύστη και οι ουρητήρες σε ύπτια θέση. Οι νεφροί εξετάζονται σε πρηνή ή ύπτια θέση τόσο κατά την πλήρωση όσο και κατά την ούρηση.
Κατά την ούρηση ελέγχεται και η ουρήθρα σε ύπτια θέση. Η διάγνωση της ΚΟΥΠ στηρίζεται στην απεικόνιση μικροφυσσαλίδων σκιαγραφικού στους ουρητήρες ή στο πυελοκαλυκικό σύστημα. Η ταξινόμησή της γίνεται με τρόπο παρόμοιο με αυτόν του διεθνούς συστήματος ταξινόμησης της παλινδρόμησης στην κλασσική κυστεογραφία σε πέντε βαθμούς. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της υπερηχογραφικής κυστεογραφίας έναντι των άλλων δύο μεθόδων είναι ότι στερείται ιονίζουσας ακτινοβολίας, ενώ τόσο η ραδιοϊσοτοπική όσο, κυρίως, η ακτινοσκοπική εμπεριέχουν τους κινδύνους από την ακτινοβόληση των ωοθηκών και των όρχεων που γειτνιάζουν με την ουροδόχο κύστη.
Η σύγχρονη τάση διεθνώς είναι να εφαρμόζεται η μεγαλύτερη δυνατή ακτινοπροστασία, ιδίως στην παιδική ηλικία. Ο πλέον αποτελεσματικός και πλήρης τρόπος ακτινοπροστασίας είναι η αποφυγή της ακτινοβολίας, επιλέγοντας μεθόδους που στερούνται ακτινοβολίας και τέτοιες είναι οι υπέρηχοι. Επί πλέον η υπερηχογραφική κυστεογραφία έχει μεγαλύτερη διαγνωστική ευαισθησία στην ανίχνευση της παλινδρόμησης σε σύγκριση με την ραδιοϊσοτοπική και την ακτινοσκοπική κυστεογραφία. Μάλιστα μετά την πρόσφατη ανάπτυξη τεχνικών υπερήχων με λογισμικά εξειδικευμένα αποκλειστικά σε σκιαγραφικά δεύτερης γενιάς (contrast specific software) με χαμηλό μηχανικό δείκτη, αυξήθηκε περαιτέρω η αξιοπιστία της μεθόδου και έγινε ευκολότερη από τεχνική άποψη η υπερηχογραφική ανάδειξη της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης.
Σε μία πρόσφατα δημοσιευμένη προοπτική μελέτη 1010 παιδιών, στα οποία έγινε συστηματική παρακολούθηση για τυχόν ανεπιθύμητες αντιδράσεις μετά από υπερηχογραφική κυστεογραφία με Sonovue, δεν αναφέρθηκαν αλλεργικές ή άλλες αντιδράσεις. Επίσης, μία πρόσφατη έρευνα υπό μορφή ερωτηματολογίου σε παιδοακτινολόγους από πολλές χώρες της Ευρώπης, στις οποίες εφαρμόζεται η μέθοδος, έδειξε ότι σε περίπου 5000 παιδιά στα οποία έγινε υπερηχογραφική κυστεογραφία δεν παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες αντιδράσεις από το σκιαγραφικό. Επί πλέον, από την ίδια ερευνητική ομάδα, μία άλλη, υπό δημοσίευση, μετα-ανάλυση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας όσον αφορά την διαγνωστική ακρίβεια της υπερηχογραφικής κυστεογραφίας και περιλαμβάνει περισσότερα από 2500 παιδιά στα οποία έγινε συγκριτική εξέταση ταυτόχρονα με την ακτινοσκοπική ή την ραδιοϊσοτοπική κυστεογραφία, έδειξε ότι η υπερηχογραφική κυστεογραφία είναι μία αξιόπιστη και ασφαλής μέθοδος για την ανάδειξη της ΚΟΥΠ και της ανατομίας της ουρήθρας και μπορεί να υποκαταστήσει τις κλασσικές μεθόδους έχοντας το μέγιστο πλεονέκτημα της παντελούς έλλειψης ακτινοβολίας.
Copyright © 2022 Παιδοακτινόλογος Φρειδερίκη Παπαδοπούλου Θεσσαλονίκη. Designed by PlanTech